- σκόλυμος
- ο, ΝΑγένος, σύμφωνα με τη σύγχρονη επιστημονική ταξινόμηση, αγγειόσπερμων δικότυλων αγκαθωτών ποωδών φυτών τής οικογένειας σύνθετα, γνωστών σήμερα με τις κοινές ονομασίες σκολιάντρι, σκόλιαντρος, σκολύμπρι, σκόλυμπρος, ασπράγκαθα κ.ά., τα οποία μοιάζουν με γαϊδουράγκαθα, ευδοκιμούν στις χώρες τής Μεσογείου και τρώγονται ως λαχανικά όταν είναι τρυφεράαρχ.το φυτό κυνόγλωσσο.[ΕΤΥΜΟΛ. Άγνωστης ετυμολ. Ο τ. εμφανίζει επίθημα -(υ)μος (πρβλ. ἔλυμος), που θυμίζει και άλλα ονόματα φυτών (πρβλ. *κύαμος, κάρδαμον), πολλά από τα οποία είναι δάνεια. 'Εχει διατυπωθεί ωστόσο η άποψη ότι ο τ. συνδέεται με τη λ. σκόλλυς* «τρόπος κουρέματος». Αμφίβολη, τέλος, θεωρείται η σύνδεση τού τ. με τη λ. που παραδίδει ο Ησύχιος: «σκόλυβοςὁ ἐσθιόμενος βολβός», τόσο λόγω σημ. όσο και λόγω τής δυσερμήνευτης εναλλαγής μ / β].
Dictionary of Greek. 2013.